Κατάντησα την πόλη μου
σε μια δεκαετία
να ναι γεμάτη με πληγές
βρώμα και δυσωδία.
Αφού λόγο αξιόλογο
δεν έχω να επιδείξω
την ανεπάρκεια με βρισιές
θέλω να αποκρύψω.
Αρχίζω για να σκέφτομαι
ότι έχω πει ως τώρα
και λέω τέτοιον βρομόστομο
δεν έχει άλλον η χώρα.
Αφού δεν βρέθηκε κανείς
στην θέση να με βάλει
τα μπινελίκια αμολώ,
ό,τι έρθει στο κεφάλι.
Δεν τα περνώ απ’ το μυαλό
ούτε και τα φιλτράρω
έχω τ’ ακαταλόγιστο,
λέω ό,τι γουστάρω.
Ξάφνου με θλίβουν προς στιγμή
τέτοιου είδους τερτίπια
Θα φταιν τα ψάρια που ‘φαγα
ή το νερό που ήπια,
Ψάρια πολλά, ψάρια νεκρά
ψάρια παντού, βρομάνε
ρίχνω βρισιές κι ευθύνη αλλού
μ’ αυτά με κυνηγάνε.
Κάπου εκεί κατάφεραν
κάποιοι για να με πιάσουν
και βρέθηκα σε κλινική
για να με εξετάσουν.
Δεν άκουσα διάγνωση
αλλά απ’ τις γκριμάτσες
κατάλαβα πως ήμουνα
για κλάματα και μπάτσες.
Πριν να μου κάνουν ένεση
πετάχτηκα επάνω
κάθομαι στο κρεββάτι μου
και το σταυρό μου κάνω.
Τι εφιάλτης και αυτός
ούτε και στον εχθρό μου
να γίνω Μπέος ξαφνικά
έστω και στ’ όνειρό μου.