Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Τρομοκρατία

-Άλικε, τα μυαλά σου, πες,
μήπως αέρα παίρνουν;
Φυτρώνεις και πετάγεσαι
εκεί που δεν σε σπέρνουν.
-Ακούστε κύριοι δικαστές
και κυρ εισαγγελέα,
 
δεν μου ‘ρθε στα ξεκούδουνα
και ξαφνικά η ιδέα.
Ομολογώ από μικρός
ότι το έχω χούι,
πάντα να λέω την γνώμη μου
άσχετα ποιος μ’ ακούει.
Είμαι και ξεροκέφαλος,

λέω την αμαρτία,
όμως με τρώει μέσα μου 
σαν βλέπω αδικία.

-Α! Φαίνεται δεν πας καλά
έχεις αρπάξει μέντα.
Όπου επιληφθούμε εμείς
 
δεν θέλουμε κουβέντα.
Όπως π.χ. αν έμαθες
την Στάχτου, έχουν μηνύσει.
Μην βγάλεις κιχ, γιατί εμείς
θα δώσουμε την λύση.
-Ποια; Την συνδικαλίστρια
που έλεγαν του κώλου;
Αυτήν που έστελναν εχτές
κάποιοι κατά διαόλου;
Αυτήν που κάποιοι χλεύαζαν 
σαν εργατομητέρα,
αφού του προΐστάμενου
είχανε τον αέρα;
Πέστε, αυτή σαν πρόεδρος
έπρεπε να σωπάσει,
όταν μέχρι κι απ τον λαιμό
 
υπάλληλο είχαν πιάσει;
Εάν της καταγγέλλουνε
βία, τρομοκρατία,
να το ‘παιζε αδιάφορη
σαν να μην τρέχει μία;
-Άλικε, ράψτο είπαμε
μην εύρεις τον μπελά σου,
έχουνε γνώση οι φύλακες
κοίταξε την δουλειά σου.
-Εγώ δεν είμαι δικαστής
και δεν θα τους δικάσω,
 
μα όλα κι όλα δεν μπορώ,
αν δεν τα πω θα σκάσω.

Αυτό που τώρα γίνεται
δεν το χουν κάνει άλλοι,
σαν τα ποδάρια να ζητούν
να δείρουν το κεφάλι.